Η Πορτογαλία ως διαμεσολαβητής μεταξύ Ευρωπαίων Σοσιαλιστών και Ευρωπαϊκής Αριστεράς.

Ο πρόεδρος της Πορτογαλίας, Ανιμπάλ Καβάκο Σίλβα, έδωσε τελικώς την διερευνητική εντολή στους Σοσιαλιστές, για τον σχηματισμό κυβέρνησης πλειοψηφίας, βγάζοντας την χώρα από την αστάθεια που είχε περιέλθει τον τελευταίο καιρό έπειτα από την αδυναμία του δεξιού συνασπισμού του Πέδρο Πάσος Κοέλιο, που κυβέρνησε στα χρόνια των Μνημονίων και κέρδισε στις τελευταίες εκλογές, να σχηματίσει αυτοδύναμη κυβέρνηση. Οι Σοσιαλιστές ήδη έχουν προχωρήσει σε συμφωνία με το Αριστερό Μέτωπο και τους Κομουνιστές για ισχυρή αριστερόστροφη κυβέρνηση συνεργασίας. Στον πορτογαλικό τύπο έχει ανακοινωθεί πως την αντιπροεδρία της κυβέρνησης θα την πάρει η επικεφαλής του Αριστερού Μετώπου, ενώ αναμένεται η ανακοίνωση της πλήρους σύνθεσης του κυβερνητικού σχήματος. Έτσι η Πορτογαλία γίνετε η δεύτερη χώρα στην Ευρώπη, μετά την Ελλάδα, όπου η αριστερά συμμετέχει σε κυβέρνηση, αν και πριν τις εκλογές κάτι τέτοιο φάνταζε αδύνατο (Διαβάστε Σχετικά). Ο γάμος των Πορτογάλων Σοσιαλιστών και Αριστερών είναι ένα γεγονός που οφείλεται στις εσωτερικές πολιτικές συνθήκες της χώρας αλλά και σε γενικότερες πανευρωπαϊκές.

Όταν μετά το 2012 άρχισε στην Ελλάδα να διαφαίνεται η μελλοντική κυβέρνηση της Αριστεράς του Αλέξη Τσίπρα, οι φόβοι για ένα γενικότερο προοδευτικό πανευρωπαϊκό ρεύμα δημιούργησε ανησυχίες στου Σοσιαλιστές, με τους πολιτικούς αναλυτές να προτείνουν δύο δρόμους:

1) Οι Ευρωπαίοι Σοσιαλιστές θα επιχειρούσαν να κάμψουν τις ελπίδες της Ευρωπαϊκής Αριστεράς, συμμαχώντας με το Λαϊκό Κόμμα προκειμένου να δημιουργήσουν μία σειρά από εμπόδια σε μία πιθανή κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ αλλά και σε οποιοδήποτε αριστερό κόμμα στην Ευρώπη σημείωνε ανοδικές τάσεις.

ή 2) Οι Σοσιαλιστές θα επιχειρούσαν την αφομοίωση του Αλέξη Τσίπρα, ως μία καλή ευκαιρία για ανανέωση και αναθέρμανση των σοσιαλδημοκρατικών ιδεών, εκμεταλλευόμενοι προς όφελός τους το όποιο προοδευτικό ρεύμα δημιουργούσε η Ελλάδα στην Ευρώπη.

Την περίοδο των ελληνικών εκλογών του Ιανουαρίου και πριν οι Ευρωπαίοι Σοσιαλιστές έδειχναν πως είχαν αποφασίσει να ακολουθήσουν τον πρώτο δρόμο και να τοποθετηθούν ως σύμμαχος στο πλάι του συντηρητικού Λαϊκού Κόμματος. Την ίδια τακτική έδειξαν να ακολουθούν και το πρώτο διάστημα των διαπραγματεύσεων της Ελλάδας με την ΕΕ και το ΔΝΤ. Την στιγμή όμως της δύσκολης καμπής των διαπραγματεύσεων οι Ευρωπαίοι Σοσιαλιστές έδειξαν να απομακρύνονται όλο και πιο πολύ από τις πολιτικές Μέρκελ-Σόιμπλε και να προσεγγίζουν την πλευρά του Αλέξη Τσίπρα.

Οι Ευρωπαίοι Σοσιαλιστές έδειξαν να αρχίζουν να εκτιμούν όλο και πιο διαφορετικά την κατάσταση. Στην αναθεώρηση αυτή σημαντικό ρόλο έπαιξε το πραγματικά πρωτοφανές κίνημα συμπαράστασης προς τον ελληνικό λαό, το οποίο γέμισε με κόσμο ευρωπαϊκές πλατείες που έως τότε ποτέ δεν είχαν ολοκληρωτικά καταληφθεί από διαδηλωτές. Παράλληλα, το Ευρωπαϊκό Αριστερό Κόμμα, από τις τελευταίες ευρωεκλογές, είχε αρχίσει να αποσπά από τους Σοσιαλιστές σημαντικούς ιστορικούς συμμάχους, όπως τα Πράσινα Κόμματα – καταλυτικοί κυβερνητικοί εταίροι σε αρκετές ευρωπαϊκές χώρες – αλλά και σημαντικές οργανώσεις και κινήματα προάσπισης ελευθεριών και δικαιωμάτων.

Την ίδια ώρα οι Σοσιαλιστές της Γερμανίας αντιμετώπιζαν σημαντικά προβλήματα στην βάση τους εξαιτίας της συγκυβέρνησης με τους συντηρητικούς Χριστιανοδημοκράτες. Ήταν φανερό από την πρώτη μέρα πως οι ψηφοφόροι δεν ήταν αθόλου ικανοποιημένοι από τις προγραμματικές δηλώσεις της κυβέρνησης, ενώ τα προβλήματα εντάθηκαν εξαιτίας της απροθυμίας της Μέρκελ να ακολουθήσει τα σημεία της πολιτικής των Σοσιαλιστών. Έτσι η ηγεσία του κόμματος όλο και πιο πολύ αμφισβητείται, ενώ ένα μέρος της βάσης δείχνει να μετακινείτε προς το Die Linke.

Στην Γαλλία η κατάσταση για τον Σοσιαλιστή Φρ. Ολάντ δεν είναι καθόλου καλύτερη. Η πολιτική του, η οποία έχει πάρει επικίνδυνες δεξιές στροφές, αμφισβητείται εντόνως από τους ψηφοφόρους, ενώ στις δημοσκοπήσεις καταβαραθρώνεται κάτω από την ακροδεξιά Λεπέν και τον συντηρητικό πρώην Πρόεδρο Σαρκοζί. Δεν είναι μόνο η επανεκλογή του Ολάντ που δείχνει αδύνατη αλλά και η αποφυγή των Σοσιαλιστών μίας ατιμωτικής εκλογικής ήττας.
Στην διπλανή Ιταλία η κατάσταση για τον Σοσιαλιστή Μ. Ρέντσι δεν είναι πολύ διαφορετική από την ανάλογη στο Παρίσι. Ο κεντρώος Πρωθυπουργός βρίσκεται σε μία συνεχή μάχη με την αριστερή πτέρυγα του κόμματός του και το μέλλον δείχνει όλο και πιο αβέβαιο.

Η παραπάνω δραματική για τις ηγεσίες των Ευρωπαίων Σοσιαλιστών κατάσταση, την οποία πολύ επιγραμματικά περιέγραψα, επιδεινώθηκε μετά το Καλοκαίρι, τότε που οι πολιτικές λιτότητας και το προσφυγικό συνέπεσαν με την εκλογή του Τζ. Κόρμπιν στην ηγεσία των Βρετανών Εργατικών. Μπορεί ο Κόρμπιν να μην κατορθώσει ποτέ να εκλεγεί στη θέση του Πρωθυπουργού, έδωσε όμως ελπίδες και όπλα στις αριστερές πτέρυγες των ευρωπαϊκών σοσιαλιστικών κομμάτων κατά των όλο και πιο φιλελεύθερων ηγεσιών τους.

Έτσι οι Ευρωπαίοι Σοσιαλιστές, προκειμένου να αναθερμάνουν την πολιτική τους ταυτότητα και να κερδίσουν ξανά ελπίδες έναντι των συντηρητικών πολιτικών αντιπάλων τους, φαίνεται να κινούνται προς την λύση προσέγγισης με την Ευρωπαϊκή Αριστερά. Ως πρώτο δείγμα της συνεργασίας αυτής έρχεται η κυβέρνηση συνεργασίας των Πορτογάλων Σοσιαλιστών με την Αριστερά.
Από τον «γάμο» η Ευρωπαϊκή Αριστερά επιδιώκει να κερδίσει μία σειρά σημαντικών συμμαχικών κυβερνήσεων (π.χ. Γαλλία, Ιταλία), οι οποίες θα βοηθήσουν στο να στεφθεί με επιτυχία το «πείραμα» της αριστεράς στην Ελλάδα. Ταυτόχρονα ίσως να είναι αυτή η κεντροαριστερή συνεργασία το πρώτο βήμα για την επιστροφή της προόδου, σε μία όλο και πιο συντηρητική και διχασμένη Ευρώπη, η οποία θα δώσει την ευκαιρία στην Αριστερά να αναπτύξει περεταίρω τις δυνάμεις της.

Σε λίγο καιρό ένα σχήμα παρόμοιο με της Πορτογαλίας μπορεί να συναντήσουμε και στην Ισπανία. Αν και οι εκεί σχέσεις μεταξύ Σοσιαλιστών και Podemos μοιάζουν περισσότερο με τις σχέσεις ΠΑΣΟΚ-ΣΥΡΙΖΑ, ενώ η επιρροή του Κόμματος της Ευρωπαϊκής Αριστεράς στους Podemos είναι αμφίβολη.
Όμως σήμερα η Πορτογαλία μας διδάσκει «ποτέ μην λες ποτέ».