Πώς και γιατί οι Κολομβιανοί είπαν όχι στην ειρήνη.

H ακροδεξιά τρομοκρατία φαίνεται πως κέρδισε άλλη μία σημαντική νίκη κατά της ειρήνης στην αιματοβαμμένη Κολομβία.

Πολλοί Κολομβιανοί ξέσπασαν σε δάκρυα το βράδυ της Κυριακής μετά την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων του δημοψηφίσματος που διενεργήθηκε στην χώρα. Σκοπός του δημοψηφίσματος η λαϊκή έγκριση της ειρηνευτικής συμφωνίας, η οποία είχε επιτευχθεί  μεταξύ της κυβέρνησης και των Επαναστατικών Ενόπλων Δυνάμεων της Κολομβίας (FARC), για να βάλει ένα τέλος στις εμφύλιες συγκρούσεις μισού αιώνα. Η συμφωνία είχε υπογραφεί πριν το δημοψήφισμα, σε μία πανηγυρική εορτή, από τον Πρόεδρο Χουάν Μανουέλ Σάντος και τον αρχηγό της FARC Τιμολέον Χιμένες.

Με μια ελάχιστη πλειοψηφία περίπου 60.000 ψήφων οι εκλογείς που προσήλθαν στις κάλπες απέρριψαν αυτή την συμφωνία, η οποία προετοιμαζόταν επί τέσσερα χρόνια, ύστερα από την δημοψηφισματικού χαρακτήρα Προεδρική εκλογή του μετριοπαθή Σάντος. Αποτέλεσμα «σοκ» για αρκετούς από τους πολίτες της Κολομβίας, τη διεθνή κοινότητα αλλά και τους δημοσκόπους.

Με τη νίκη του «Όχι» η ακροδεξιά τρομοκρατία φαίνεται πως κέρδισε άλλη μία σημαντική νίκη κατά της ειρήνης στην αιματοβαμμένη Κολομβία. Οι ακροδεξιές δυνάμεις της χώρας συντάσσονται κάτω από τον πρώην πρόεδρο Αλβάρο Ουρίμπε και θα μπορούσαν να κάνουν τα πάντα προκειμένου η χώρα να μην φτάσει σε καμία συμφωνία με τους αντάρτες. Μόνη λύση για αυτές φαντάζει η απόλυτη εξόντωση του εχθρού.

Ανάλυση της εκλογικής συμπεριφοράς.


Σύμφωνα με τα επίσημα αποτελέσματα του δημοψηφίσματος, 6.377.464 Κολομβιανοί ψήφισαν υπέρ της ειρηνευτικής συμφωνίας, ποσοστό 49,79%, και 6.431.372 ψήφισαν κατά, ποσοστό 50,21%.

Ρίχνοντας μία ματιά στο πώς ψήφισαν οι διάφορες περιφέρειες στην Κολομβία, βλέπει κανείς ότι οι περιοχές οι οποίες επλήγησαν περισσότερο από τις εμφύλιες συγκρούσεις ψήφισαν «Ναι» στην ειρήνη. Οι ψηφοφόροι του «Όχι» βρίσκονται κυρίως σε περιοχές εκτός των πεδίων σύγκρουσης, όπου η ακροδεξιά κρατάει υψηλά εκλογικά ποσοστά.

Ένας αδιαμφισβήτητος σύμμαχος του «Όχι» ήταν η αποχή από την κάλπη, η οποία έφτασε το 62%, ποσοστό αρκετά υψηλό – ακόμα και εάν είναι μόλις 2 μονάδες υψηλότερο από το ποσοστό αποχής στις Προεδρικές Εκλογές του 2014 – εάν αναλογιστεί κανένας την κρισιμότητα του διακυβεύματος. Φαίνεται πως ο ηγέτης της χώρας, Πρόεδρος Σάντος, δεν είχε την απαιτούμενη λαϊκή απήχηση ώστε να πείσει τους ψηφοφόρους να συμμετάσχουν στη διαδικασία.

Μία σοβαρή αιτία για την αποχή ενδεχομένως να ήταν το γεγονός ότι το δημοψήφισμα συνοδεύτηκε από τον καταστροφικό τυφώνα Matthew, ο οποίος έπληξε την περιοχή βόρεια της Καραϊβικής, επηρεάζοντας περισσότερους από 4 εκατομμύρια ψηφοφόρους. Να σημειωθεί εδώ πως γενικότερα οι περιοχές στη Καραϊβική στήριξαν την ειρηνευτική συμφωνία με εξαιρετικά υψηλά ποσοστά.

Ο τυφώνας πάντως δεν αρκεί για να αιτιολογήσει ολόκληρο το ποσοστό της αποχής, το οποίο ξεπερνούσε τις πληγείσες περιοχές. Ίσως η καλύτερη εξήγηση να είναι η τρομοκρατία που εξαπολύθηκε από τις ακροδεξιές δυνάμεις. Τρομοκρατία επικοινωνιακή αλλά και φυσική, από τα παραστρατιωτικά τάγματα καταστολής.

Το σημείο εκείνο που εστίασε η μιντιακή τρομοκρατία ήταν η χορήγηση αμνηστίας στους αντάρτες του FARC, την οποία εξασφάλιζε η ειρηνευτική συμφωνία. Το στρατόπεδο του Αλβάρο Ουρίμπε επένδυσε πολλά πάνω στο συγκεκριμένο σημείο σκορπώντας φόβο, ξεχνώντας όμως πως ανάλογη αμνήστευση υπάρχει και για τους κρατικούς και ακροδεξιούς εγκληματίες πολέμου. Στοιχείο καθόλου ασήμαντο εάν ληφθεί υπόψη το γεγονός ότι οι περισσότεροι νεκροί στις συγκρούσεις της Κολομβίας είναι θύματα του στρατού και παραστρατιωτικών ταγμάτων.

(Agencia Prensa Rural / Flickr)

Η επόμενη μέρα του δημοψηφίσματος.


Μπορεί ο Πρόεδρος Σάντος να επιβεβαίωσε την Κυριακή ότι η κατάπαυση του πυρός παραμένει σε ισχύ, και εν τω μεταξύ ο αρχηγός της FARC, Τιμολέον Χιμένες, να επανέλαβε την διάθεσή της οργάνωσης να χρησιμοποιήσει «μόνο λόγια ως όπλο για το μέλλον», παρόλα αυτά η κατάσταση είναι πολύ πιο περίπλοκη. Αν και το δημοψήφισμα είναι σε μεγάλο βαθμό μη δεσμευτικό, η συμφωνία στερείται ξεκάθαρα λαϊκής νομιμοποίησης.

«Ο Σάντος είχε προειδοποιήσει εκ των προτέρων ότι δεν υπήρχε σχέδιο Β», θυμίζει στο Jacobin Mag ο Daniel Finn, αρχισυντάκτης του New Left Review.
«Η ειρηνευτική συμφωνία ήταν το προϊόν διαπραγμάτευσης τεσσάρων ετών, κατά τα οποία η FARC έκανε τεράστιες παραχωρήσεις. Η ηγεσία των ανταρτών είχε εγκαταλείψει την ιδέα εξασφάλισης ευρείας κλίμακας κοινωνικών μεταρρυθμίσεων από την συμφωνία, ελπίζοντας ότι εάν έμπαινε ένα τέλος στον πόλεμο τα λαϊκά στρώματα θα μπορούσαν να οργανωθούν και να αμφισβητήσουν το κυρίαρχο οικονομικό μοντέλο στην Κολομβία. Το τελικό κείμενο της συμφωνίας ήταν το μέγιστο που θα μπορούσε να γίνει δεκτό».

Και συνεχίζει ο Daniel Finn, το ίδιο απαισιόδοξος, «Ο Ουρίμπε και η ακροδεξιά υποστηρίζουν πως πιστεύουν σε μία επαναδιαπραγμάτευση, αλλά αυτό που στην ουσία θέλουν είναι μία άνευ όρων παράδοση. Μια συμφωνία που θα θέτει τον κολομβιανό στρατό σε θέση να νικήσει τους αντάρτες στο πεδίο της μάχης, και η νίκη να δοθεί ως δώρο στον αιματοβαμμένο ακροδεξιό συνασπισμό.
Ότι ψέματα και αν λένε οι ίδιοι για να καθησυχάσουν τη συνείδησή τους, το στρατόπεδο του «Όχι» δεν ψήφισε για μια καλύτερη ειρηνευτική συμφωνία, αλλά για την συνέχιση του πολέμου. Είτε θα βρεθεί ένας τρόπος για να σωθεί η ουσία της συμφωνίας που υπογράφτηκε την περασμένη εβδομάδα, ή η Κολομβία θα έχει να αντιμετωπίσει ένα ζοφερό και αβέβαιο μέλλον».

Μπείτε στην θεματική σελίδα για την συμφωνία στην Κολομβία και διαβάστε την ειδησεογραφική κάλυψη των γεγονότων από το TeleSur.
Βρείτε την ανάλυση του Daniel Finn στην ηλεκτρονική έκδοση του Jacobin Mag.