Περί Novartis, μία εβδομάδα μετά.

Η υπόθεση Novartis μας ήρθε από την Αμερική για να μας αναγκάσει να συζητήσουμε και να διερευνήσουμε όσα για χρόνια ξέραμε αλλά κανένας δεν τολμούσε να ακουμπήσει. 

Έχει σχεδόν περάσει μία εβδομάδα αφότου το «σκάνδαλο Novartis» μπήκε και επισήμως στην δημόσια συζήτηση, παραγκωνίζοντας κάθε άλλο θέμα ατζέντας για έξι ημέρες. Η κατάσταση θα συνεχίσει, ιδιαίτερα μετά την Καθαρά Δευτέρα, οπότε και θα ξεκινήσουν όπως φαίνετε οι διαδικασίες για σύσταση προανακριτικής στο κοινοβούλιο. Γράφω «μπήκε και επισήμως» διότι η υπόθεση δεν είναι καθόλου νέα. Δεν προέκυψε με την κοινοποίηση της δικογραφίας από την Εισαγγελέα στη Βουλή. Είναι υπόθεση που απασχολεί μέρος του τύπου εδώ και καιρό.

Ως υπόθεση, πέρα από τα εκατομμύρια των μιζών και τα εκατομμύρια κόστους για το ελληνικό δημόσιο, την χαρακτηρίζουν δύο ακόμα στοιχεία. Πρώτον, είναι ίσως η πρώτη υπόθεση πολιτικής διαφθοράς που για την διαλεύκανσή της φαίνεται να ενδιαφέρεται περισσότερο η κυβέρνηση παρά τα media. Δεύτερον, κανένας, ούτε καν οι εμπλεκόμενοι, δεν την έχουν έως τώρα αμφισβητήσει.
Αυτό το τελευταίο είναι που πρέπει να τονίσουμε: Κανένας δεν την αμφισβητεί. Κοινό μυστικό που δεν κρύβεται το ότι υπήρξαν υπερτιμολογήσεις φαρμάκων και σκευασμάτων, ότι φαρμακευτικές εταιρίες μοίραζαν φακέλους με λεφτά, ότι Υπουργοί κυκλοφορούσαν με «ταμίες». Αυτό που φαίνεται να απασχολεί τους πανικόβλητους εμπλεκόμενους πολιτικούς, οι οποίοι φυσικά είναι αθώοι μέχρι αποδείξεως του εναντίου, και τους υποστηρικτές τους δεν είναι το να αποδείξουν ότι δεν υπήρξε σκάνδαλο, και μάλιστα μεγάλο, αλλά ότι τα πήραν κάποιοι άλλοι και όχι οι ίδιοι. Αυτό, για αρχή, λέει από μόνο του πολλά.

Αυτός ίσως να είναι και ο λόγος που έχει προκαλέσει τόσο μεγάλο πανικό. Άλλοι απείλησαν με μηνύσεις τον Πρωθυπουργό, άλλοι την Εισαγγελέα, άλλοι όποιον κινείται και αναπνέει. Ο Αντιπρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας, σε άλλη μία παράσταση γραφικότητας, άνοιξε το σπίτι του στις τηλεοπτικές κάμερες για να αποδείξει ότι ουδέποτε χρηματιστικέ για να κάνει ανακαίνιση στο σπίτι του, όπως αναφέρεται στην δικογραφία. Ο πανικός άλλοτε εκφράστηκε με κινήσεις για γέλια, όπως οι παραπάνω, άλλοτε όμως με πραγματικά επικίνδυνους και σκοτεινούς τρόπους.

Τίποτα δεν συγκρίνεται με την επίθεση που δέχθηκαν όσοι τόλμησαν να δώσουν στοιχεία για την υπόθεση, και οι οποίοι σήμερα τελούν υπό καθεστώς προστατευόμενου μάρτυρα. Επί μία εβδομάδα, και είμαι σίγουρος ότι το πανηγύρι θα συνεχιστεί, «αξιόπιστα» μέσα και δημοσιογράφοι, σε αγαστή συνεργασία με το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης, επιτέθηκαν και απείλησαν τους μάρτυρες, χαρακτηρίζοντάς τους «κουκουλοφόρους» και εγκάθετους της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ. Ο τ. Αντιπρόεδρος της ελληνικής κυβέρνησης, Β. Βενιζέλος, απείλησε τους μάρτυρες πως δεν θα είναι για πάντα κρυφοί, ενώ ο τ. Αν. Υπουργός Μ. Σαλμάς δήλωσε πως «οι μάρτυρες θα βρεθούν και όταν θα βρεθούν θα τιμωρηθούν». Τη δουλειά ανέλαβε η δημοσιογραφία της «κλειδαρότρυπας», κρεμώντας στα μανταλάκια την ταυτότητα των μαρτύρων.

Το πόσο επικίνδυνη και εγκληματική είναι η επιχείρηση στοχοποίησης των μαρτύρων γίνεται κατανοητό από την ίδια την ιστορία της υπόθεσης έως σήμερα. Την Πρωτοχρονιά του 2016 ένας 44χρονος, στέλεχος της εταιρίας, επιχείρησε να αυτοκτονήσει πηδώντας από τον 13ο όροφο του ξενοδοχείου Hilton στο κέντρο της Αθήνας. Όταν ο διαμεσολαβητής της αστυνομίας κατάφερε να αποτρέψει τον άνδρα, εκείνος ξεσπώντας σε κλάματα είχε αναφέρει ότι «δεν θα φορτώσουν σε μένα όλα τα κακά της ιστορίας». Επιπλέον, σύμφωνα με τα στοιχεί του FBI για την υπόθεση, ο εκδότης Π. Μαυρίκος, ο οποίος πριν δύο χρόνια κάηκε ζωντανός μέσα στο παγιδευμένο όχημά του, είχε χρησιμοποιηθεί ως «πλυντήριο» της φαρμακοβιομηχανίας.

Παράλληλα με τα παραπάνω όμως, την προηγούμενη εβδομάδα εμφανίστηκαν και εκείνοι που προσπαθούν να υποβαθμίσουν το θέμα, υποστηρίζοντας ότι όντως υποκινείται από την κυβέρνηση ως «αντιπερισπασμός» και ότι εφόσον κάθε αδίκημα πολιτικού έχει παραγραφεί δεν υπάρχουν λόγοι να ασχοληθεί κάποιος με την υπόθεση. Μπορεί τα αδικήματα να παραγράφονται αλλά η γνώση μένει. Κανένας δεν έχει το δικαίωμα να κρύψει την αλήθεια. Έχουμε δικαίωμα στην έρευνα και στη γνώση, ιδιαίτερα σε μία υπόθεση που έχει στοιχίσει τόσο ακριβά και από την οποία μπορούμε να μάθουμε τόσα πολλά.

Για την ώρα έχουμε μάθει, σε επανάληψη, πόσο χαμηλό είναι το επίπεδο που μπορεί να φτάσει το πολιτικό-μιντιακό σύστημα της χώρας όταν νιώσει πως απειλείται.