«Μέτωπο Ευρωπαϊκής Ρεαλιστικής Ανυπακοής». Και τώρα;

Μερικές πρώτες σκέψεις σχετικά με την προοπτική της μετατροπής του DiEM σε εθνικό κόμμα.

Την Τετάρτη, όταν τα ελληνικά μέσα ασχολούνταν με τις πολιτικές εξελίξεις που πυροδοτεί η υπόθεση Novartis και την τουρκική προκλητικότητα στο Αιγαίο, έγινε γνωστή και η ονομασία του κόμματος Βαρουφάκη: «ΜέΡΑ» ή αλλιώς «Μέτωπο Ευρωπαϊκής Ρεαλιστικής Ανυπακοής». Πρόκειται για το κόμμα που θα συμμετέχει στις επόμενες εθνικές εκλογές ως η εθνική μορφή του DiEM25, της πανευρωπαϊκής κίνησης που έχει συγκροτήσει ο τ. Υπουργός, με τη στήριξη σημαντικών προσωπικοτήτων της Ευρωπαϊκής αλλά και Αμερικανικής Αριστεράς, και στο οποίο επιχειρείται να προσδοθούν χαρακτηριστικά ανοιχτού κινήματος. Αν και η είδηση πέρασε στα «ψιλά», λόγω επικαιρότητας, ένα νέο κόμμα από τον άνθρωπο που μάζεψε 142.000 σταυρούς ως υποψήφιος βουλευτής στη Β’ Αθηνών δεν είναι καθόλου ασήμαντη υπόθεση.

Το πρώτο ερώτημα που τίθεται είναι τι προοπτικές έχει σήμερα η ΜέΡΑ στην πολιτική σκηνή της χώρας. Αυτό κρίνεται από δύο παράγοντες: Εκλογική ζήτηση και προσφορά. Ποιο είναι το κοινό που μπορεί να προσεγγίσει ένα τέτοιο κόμμα και με ποια ατζέντα θα το κερδίσει. Τα δύο ζητήματα είναι φυσικά άρρηκτα συνδεδεμένα, με το κάθε ένα όμως να διατηρεί τις δικές του ιδιαιτερότητες. Ας ξεκινήσουμε από το δεύτερο, που είναι και το ποιο δύσκολο.

Photo: Marc Lozano, Flickr

Έως σήμερα το DiEM επικεντρώνεται σε δύο ζητήματα: Μνημόνια-λιτότητα, Ευρώπη. Σχετικά με τα Μνημόνια και τη λιτότητα στον ευρωπαϊκό νότο, το «κίνημα» υπερασπίζεται πλήρως την περίοδο της εξάμηνης διαπραγμάτευσης, διατηρεί την αντι-μνημονιακή ρητορική και σκέψη όπως αυτή εκφραζόταν από τον Γ. Βαρουφάκη και το μεγαλύτερο μέρος του ΣΥΡΙΖΑ πριν τον Ιανουάριο του 2015, ενώ ταυτόχρονα ασκεί έντονη κριτική στον συμβιβασμό και τη μετάλλαξη του Α. Τσίπρα μετά το δημοψήφισμα του Ιουλίου του 2015. Ξεκινώντας από την κριτική στους ευρωπαϊκούς και οικονομικούς μηχανισμούς που οδήγησαν στον συμβιβασμό αυτό, το DiEM ανοίγει μία ολόκληρη ατζέντα για την ριζοσπαστική μεταρρύθμιση της Ευρωπαϊκής Ένωσης και τη μετατροπή της από έναν οργανισμό μη νομιμοποιημένης επιβολής αντιλαϊκών πολιτικών σε μία δημοκρατική διεθνή κοινότητα πολιτών.

Ποιο πολιτικό πρόγραμμα μπορεί να προκύψει από τα παραπάνω και πόσο ελκυστικό μπορεί να είναι αυτό; Η εποχή του δίπολου μεταξύ Μνημονιακών και Αντι-Μνημονιακών έχει περάσει. Αν αυτό το Καλοκαίρι το τρίτο πρόγραμμα «διάσωσης» τερματιστεί, το ζήτημα ενδεχομένως να βγει εκτός πολιτικής συζήτησης. Είναι σίγουρο ότι τα Μνημόνια θα παραμείνουν εδώ, μαζί με όλα όσα ψηφίστηκαν επί των ημερών τους και όλες τις συνέπειές που είχαν και θα έχουν στην ελληνική κοινωνία. Τα δύο όμως μεγάλα κόμματα, Νέα Δημοκρατία και ΣΥΡΙΖΑ, προεκλογικά θα κάνουν τα πάντα για να θέσουν οποιαδήποτε συζήτηση περί μνημονίων εκτός ατζέντας. Θα έχει ένα πρωτοεμφανιζόμενο κόμμα, δίχως εκπροσώπους στα μέσα να παίρνουν γραμμή, δίχως κοινοβουλευτική ομάδα ή στελέχη πρώτης γραμμής, γνωστά στον ευρύ κοινό, τη δυνατότητα να επιβάλει θεματολογία; Επιπλέον, η συζήτηση για το μέλλον της Ευρώπης, όσο γόνιμη και εάν είναι και όσο υπέροχη και αν φαίνεται, δεν μπορεί να προσελκύσει από μόνη της ψηφοφόρους. Η Ευρώπη δεν αποτελεί ζήτημα ατζέντας με εκλογικά οφέλη ούτε στις Ευρωεκλογές, όταν και θα έπρεπε, πόσο μάλλον στις Κοινοβουλευτικές Εκλογές.

Θα απαιτηθεί λοιπόν από το νέο κόμμα να δημιουργήσει μία ατζέντα καθημερινότητας, με ρεαλιστικές λύσεις σε καθημερινά προβλήματα. Αυτό που έχει χαρακτηρίσει τον Γιάνη Βαρουφάκη ως πολιτικό είναι από την μία η θεωρητική του κατάρτιση και η οξυμένη σκέψη σε συνδυασμό όμως από την άλλη με μία αδυναμία στο να κατανοήσει και να συνυπολογίσει στην στρατηγική του τις σκέψεις και τους προβληματισμούς του καθημερινού ανθρώπου. Αυτό το μειονέκτημα είναι που θα πρέπει να καταπολεμήσει στον χρόνο που απομένει μέχρι την επόμενη κάλπη.

Σχετικά με το ποιούς ψηφοφόρους μπορεί να προσεγγίσει η ΜέΡΑ, είναι προφανής η στόχευση στους αναποφάσιστους και όσους απείχαν στις εκλογές του Σεπτεμβρίου του 2015. Ψηφοφόροι οι οποίοι στη συντριπτική τους πλειοψηφία είχαν στηρίξει ΣΥΡΙΖΑ και μετά τον επώδυνο συμβιβασμό έμειναν δίχως πολιτική στέγη ή, ακόμα χειρότερα, δίχως κανένα ενδιαφέρον για την πολιτική. Το κοινό αυτό κατά βάση είναι προνομιακός χώρος για ένα κόμμα που θα συνεχίσει να υπερασπίζεται την εξάμηνη διαπραγμάτευση, όμως εκτός από συνθηματολογικές επαναλήψεις ψάχνει και για απαντήσεις. Απαντήσεις για το πώς αυτή η διαπραγμάτευση οδηγήθηκε στα βράχια. Το DiEM, εστιάζοντας στους εξωτερικούς παράγοντες, όπως και η κυβέρνηση έως σήμερα, και σε σενάρια εσωτερικής προδοσίας, δεν δίνει σε καμία περίπτωση την ειλικρινή απάντηση που περιμένει ο κόσμος αυτός.

Επιπλέον, η «περσόνα Βαρουφάκης» ίσως να αποδειχθεί η αχίλλειος πτέρνα του εγχειρήματος. Από τη μία, στο κοινό των «αναποφάσιστων» υπάρχουν αριστερές δυνάμεις που πλέον απωθούνται από την ιδέα ενός κόμματος που όλο του το αφήγημα συγκεντρώνεται γύρω από έναν «ηγέτη», ο οποίος συμπεριφέρεται με τακτικές μάρκετινγκ. Από την άλλη, η ανορθόδοξη συμπεριφορά του πολιτικού που απειλεί τους πρώην συντρόφους του με κρυφά καταγεγραμμένες συνομιλίες ή γράφει βιβλία στο πνεύμα του πάνσοφου δασκάλου που υπέφερε από την βλακεία και την αμάθεια των γύρω του, ενδεχομένως να απωθήσει το μετριοπαθές τμήμα των ψηφοφόρων αυτών.

Φυσικά, τα παραπάνω είναι απλά προσωπικές αρχικές σκέψεις. Κάθε πολιτικό εγχείρημα κρίνεται οριστικά στην κάλπη και έως τότε μεσολαβεί αρκετός χρόνος για να ανατραπούν οι υφιστάμενες συνθήκες. Εξάλλου, ένα επιτυχημένο αριστερό εγχείρημα, που παρά τις παραφωνίες του έχει σίγουρα πράγματα να προσφέρει, φέρνει πάντα μαζί και μία ελπίδα που κανένας δεν μπορεί να την αρνηθεί.